Δείτε επίσης: κουβά, Κουβά

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Κούβα οι Κούβες
      γενική της Κούβας
    αιτιατική την Κούβα τις Κούβες
     κλητική Κούβα Κούβες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
Η θέση της Κούβας στην Καραϊβική.

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈku.va/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κού‐βα

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

Κούβα < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κούβα θηλυκό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

Κούβα < γενική ενικού του αρσενικού Κούβας

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κούβα θηλυκό, άκλιτο

Δείτε επίσης επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία


  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία

Κούβα αρσενικό