Δείτε επίσης: Εὐριπίδης

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Ευριπίδης οι Ευριπίδηδες
      γενική του Ευριπίδη των Ευριπίδηδων
    αιτιατική τον Ευριπίδη τους Ευριπίδηδες
     κλητική Ευριπίδη Ευριπίδηδες
Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ευριπίδης < αρχαία ελληνική Εὐριπίδης < Εὔριπος < εὔριπος < εὖ + ῥιπή < ῥίπτω

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /e.vɾiˈpi.ðis/

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ευριπίδης αρσενικό

  1. (480 π.Χ. - 406 π.Χ.) τραγικός ποιητής, ένας από τους τρεις μεγάλους διδάσκαλους του αττικού δράματος
  2. ανδρικό όνομα

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία