Ήβη
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ήβη < αρχαία ελληνική Ἥβη
Προφορά επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ήβη θηλυκό
- (ελληνική μυθολογία) θεά της νεότητας, κόρη του Δία και της Ήρας
- γυναικείο όνομα
Δείτε επίσης : ήβη, ἥβη, Ἥβη |
Ήβη θηλυκό