Άτλας
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Άτλας < αρχαία ελληνική Ἄτλας
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈa.tlas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ά‐τλας
Κύριο όνομα επεξεργασία
Άτλας αρσενικό
- (ελληνική μυθολογία) ένας από τους τιτάνες της ελληνικής μυθολογίας
- (αστρονομία) ένας από τους δορυφόρους του Κρόνου
- (αστρονομία) ένας από τους αστέρες των Πλειάδων
- μία από τις μεγαλύτερες οροσειρές του κόσμου, στη βορειοδυτική Αφρική