φανταστικός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
ετυμ
-
Γραμμή 2:
 
{{-ετυμ-}}
: '''Φανταστικός''' (ο) < ''αγγλελλ.'' fantasticΦαντασία, <και ''ελλ.'Φανταστικός''' φανταστικός. (=ο) αυτός< που''αγγλ.'' ανήκει ή αναφέρεται στη φαντασία | ανύπαρκτος | πλασματικός)fantastic
 
{{-επιθ-}}
'''{{PAGENAME}}'''
* αρχική έννοια : πλάσμα της φαντασίας, μη πραγματικός
* άλλη έννοια : εξαιρετικός, εντυπωσιακός. (Δεν είναι αντιδάνειο διότι ο αγγλικός όρος fantastic δεν προήλθε με άμεση μετάβαση από τον ελληνικό (έστω μέσω της παλαιάς Γαλλικής ή της μεσν. Λατινικής), αλλά πλάστηκε εκ νέου με ελληνικό πρότυπο (ελληνογενής ξένος όρος) Dr Moshe).
* ως αντιδάνειο : εξαιρετικός, εντυπωσιακός
 
{{-μτφ-}}