γκλαμουριά: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
νέο
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 19:46, 1 Ιουνίου 2006

Πρότυπο:=el=

Πρότυπο:-ετυμ- Γκλαμουριά (η) | Γκλάμουρ (το) < αμερικανικά glamor (= εκεί οι γραμματισμένοι συνδέθηκαν με απόκρυφες πρακτικές μαγείας) και σύγχρονα αγγλ. glamour < σκωτσέζικα glammar < νέα αγγλ. grammar | gramaryle < μέσα αγγλ. gramer < παλαιά γαλλ. grammaire | grimoire < λατ. (ars) grammatica < ελλ. γραμματική (τέχνη).

Πρότυπο:-ουσ- γκλαμουριά θηλυκό

  • αίγλη
  • ελκυστικότητα


Πρότυπο:-μτφ-