λιμένας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
νέο
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 12:44, 29 Απριλίου 2006

Πρότυπο:=el= Περιοχή παραθαλάσσια (ή παραλίμνια ή παραποτάμια) που επιτρέπει παραμονή πλοίων

  • για προστασία από καιρικές συνθήκες,
  • για φορτοεκφορτώσεις εμπορευμάτων,
  • για επιβιβάσεις και αποβιβάσεις ανθρώπων (πληρώματος ή επιβατών),
  • για τροφοδοσία και εφοδιασμό,
  • για επισκευές.

Υποκοριστικό : λιμενίσκος (ο)

Συνώνυμα : λιμάνι (το), σκάλα (η), πόρτο (το)

Σχετικές λέξεις : αλίμενος (ο), ελλιμενισμός (ο), λιμεναρχείο (το), λιμενάρχης (ο), λιμενεργάτης (ο), λιμενικός (ο), λιμενοβραχίονας (ο), λιμενοφύλακας (ο)

Μεταφορική σημασία : το καταφύγιο.

Πρότυπο:-ετυμ-

Λιμένας (ο) < αρχ. ελλ. λιμήν (ο), του λιμένος, τον λιμένα

Πρότυπο:-ουσ- λιμένας αρσενικό

Πρότυπο:προσχέδιο-ορισμ

Πρότυπο:-μτφ-


  • Αγγλικά: port
  • Γαλλικά: port αρσενικό
  • Γερμανικά: Hafen αρσενικό