λιμάνι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
ετυμ
μ δοκιμή
Γραμμή 1:
{{=el=}}
Περιοχή παραθαλάσσια (ή παραλίμνια ή παραποτάμια) που επιτρέπει παραμονή πλοίων
{{προσχέδιο}}
* για προστασία από καιρικές συνθήκες,
* για φορτοεκφορτώσεις εμπορευμάτων,
* για επιβιβάσεις και αποβιβάσεις ανθρώπων (πληρώματος ή επιβατών),
* για τροφοδοσία και εφοδιασμό,
* για επισκευές.
{{-ετυμ-}}
:Λιμάνι (το) < τουρκ. liman < ελλ. βυζαντινά λιμένι | λιμένιν < ελλ. (υποκοριστικό) λιμένιον < ο λιμήν, του λιμένος, τον λιμένα
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/λιμάνι"