νέμομαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ προσθήκη παραμέτρου γλώσσας στο πρότυπο του μέρους λόγου
Γραμμή 3:
{{-ετυμ-}}
: μέση φωνή του ρήματος [[νέμω]]
{{-ρημ-|el}}
'''{{PAGENAME}}'''
* (''νομικός όρος'') έχω τη [[νομή]] ενός πράγματος, το [[δικαίωμα]] της [[εκμετάλλευση]]ς ενός περιουσιακού στοιχείου (χωρίς κατ' ανάγκη να έχω και την πλήρη [[κυριότητα]] αυτού).
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/νέμομαι"