αρχαίο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
Αυτόματη εισαγωγή λέξεων
 
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ προσθήκη παραμέτρου γλώσσας στο πρότυπο του μέρους λόγου
Γραμμή 1:
{{=el=}}
 
{{-μορφ-επιθ-|el}}
'''αρχαίο'''
# ''[[αρχαίος]]'', στην αιτιατική του ενικού
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/αρχαίο"