αρσενικός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ προσθήκη παραμέτρου γλώσσας στο πρότυπο του μέρους λόγου
Γραμμή 4:
:Από το αρχαίο ελληνικό '''άρσην''' ή '''άρσεν''', συγγενές προς το ζενδικό ''arshan'' = άνδρας
 
{{-επιθ-|el}}
'''{{PAGENAME}}'''
* {{προσχέδιο-ορισμ}}