ανεπιφύλακτα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
μ προσθήκη παραμέτρου γλώσσας στο πρότυπο του μέρους λόγου |
||
Γραμμή 5:
: '''ανεπιφυλάκτως''': {{καθ}}
:: Η λέξη μαρτυρείται από το 1888
{{-επιρ-|el}}
'''{{PAGENAME}}''' (''τροπικό'')
* χωρίς [[επιφύλαξη|επιφυλάξεις]], [[άμεσα]], χωρίς [[δισταγμός|δισταγμό]]
|