ίπταμαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ετυμολογίες: μορφοποίηση |
μ προσθήκη παραμέτρου γλώσσας στο πρότυπο του μέρους λόγου |
||
Γραμμή 2:
{{-ετυμ-}}
: '''{{PAGENAME}}''' < {{προσχέδιο-ετυμ}}
{{-ρημ-|el}}
'''{{PAGENAME}}''' ίπτασαι, ίπταται, ιπτάμεθα, ίπτασθε, ίπτανται
:Εύχρηστοι τύποι του ρήματος υπάρχουν μόνο στον ενεστώτα, στον παρατατικό και στη μετοχή παθητικού ενεστώτα ([[ιπτάμενος]])
|