αδιέξοδο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Badseed (συζήτηση | συνεισφορές)
ορ, κλισ
μορφ, γαλλ
Γραμμή 1:
{{=el=}}
{{προσχέδιο}}
{{el-κλίσ-'πρόσωπο'|αδιέξοδ|αδιεξόδ}}
 
{{-ετυμ-}}
: '''{{PAGENAME}}''' < {{προσχέδιο-ετυμ}}
 
{{-ουσ-}}
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
* [[τυφλός]] [[δρόμος]] που δεν έχει [[διέξοδο]] προς κάποιον άλλον
: '' βγήκαμε σε '''αδιέξοδο''' και έπρεπε να γυρίσουμε πίσω''
* [[κατάσταση]] που δεν έχει προοπτική εξέλιξης ή βελτίωσης
: ''οι συνομιλίες μεταξύ των δυο χωρών οδηγήθηκαν σε '''αδιέξοδο''' ''
 
{{-μτφ-}}
Γραμμή 19 ⟶ 18 :
<!-- * {{bg}} : {{ξεν|bg|XXX}} -->
<!-- * {{br}} : {{ξεν|br|XXX}} -->
<!-- * {{fr}} : {{ξεν|fr|XXXimpasse}} -->
<!-- * {{de}} : {{ξεν|de|XXX}} -->
* {{he}} : {{ξεν|he|מבוי סתום}}
Γραμμή 47 ⟶ 46 :
<!-- * {{pt}} : {{ξεν|pt|XXX}} -->
<!-- * {{ro}} : {{ξεν|ro|XXX}} -->
<!-- * {{roa-rup}} : {{ξεν|roa-rup|XXX}} -->
<!-- * {{ru}} : {{ξεν|ru|XXX}} -->
<!-- * {{sr}} : {{ξεν|sr|XXX}} -->