λιθοκοπτικός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: =={{-el-}}== {{el-κλίση-'καλός'}} ==={{ετυμολογία}}=== : '''{{PAGENAME}}''' < {{πρόσφ|λιθοκόπτης|-ικός}} ==={{επίθετο|el}}=== '''{{PAGENAME}}''' * που έχει σχέση με λιθοκόπτη ή αναφέρεται σ’ αυτόν ===={{συγγενικά}}==== * {{βλ|λιθοκόπτης|λίθος|κόβω}} {{clear}} ===={{μεταφράσεις}}==== {{μτφ-αρχή}} <!-- * {{en}} : {{τ|en|ΧΧΧ}...
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 16:10, 12 Ιανουαρίου 2022

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο λιθοκοπτικός η λιθοκοπτική το λιθοκοπτικό
      γενική του λιθοκοπτικού της λιθοκοπτικής του λιθοκοπτικού
    αιτιατική τον λιθοκοπτικό τη λιθοκοπτική το λιθοκοπτικό
     κλητική λιθοκοπτικέ λιθοκοπτική λιθοκοπτικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι λιθοκοπτικοί οι λιθοκοπτικές τα λιθοκοπτικά
      γενική των λιθοκοπτικών των λιθοκοπτικών των λιθοκοπτικών
    αιτιατική τους λιθοκοπτικούς τις λιθοκοπτικές τα λιθοκοπτικά
     κλητική λιθοκοπτικοί λιθοκοπτικές λιθοκοπτικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

λιθοκοπτικός < λιθοκόπτης + -ικός

  Επίθετο

λιθοκοπτικός

Συγγενικά

  Μεταφράσεις