αγρίεμα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ από el-κλίσ- σε el-κλίση-
μ {{clear}} πριν τις μεταφράσεις
Γραμμή 14:
# το αποτέλεσμα του [[αγριεύομαι]], ο αιφνίδιος φόβος που νιώθει κάποιος όταν βρίσκεται μόνος σε ένα έρημο ή σκοτεινό μέρος
{{clear}}
 
===={{μεταφράσεις}}====
 
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/αγρίεμα"