δούλα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ από el-κλίσ- σε el-κλίση-
, 1954
Γραμμή 9:
# γυναίκα με την ιδιότητα του [[δούλος|δούλου]], [[σκλάβα]]
# {{παρωχ}} {{λαϊκ}} η [[υπηρέτρια]]
#: ''Πήγαμε στο αρχοντικό του Βερνάρδου• μας έστρωσαν οι '''δούλες''' τραπέζι.'' ([[w:Νίκος Καζαντζάκης|Νίκος Καζαντζάκης]], ''Ο φτωχούλης του Θεού'', 1954)
#*{{βλ|δουλικό}}
 
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/δούλα"