εξετάζω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ pwb.py ενημέρωση ΔΦΑ
συμπλήρωση λήμματος
Γραμμή 3:
 
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχλδδ|grc|el|ἐξετάζω}} < {{π|εξ-|000=-}} [[ἐξ]] + [[ἐτάζω]] (3,4 {{σμσδ}} {{ετυμ fr}} [[examiner]])
: ''για τη σημασία «ελέγχω, συγκεντρώνω πληροφορίες»'' < {{σμσδ|fr|el|examiner|text=1}}<ref>{{Π:ΛΚΝ}}</ref>
 
==={{προφορά}}===
{{ΔΦΑ|γλ=el|e.kseˈta.zo|γλ=el}}
: {{συλλ|ε|ξε|τά|ζω}}
: {{συλλ|παλ=1|εξ|ε|τά|ζω}}
 
==={{ρήμα|el}}===
'''{{PAGENAME}}'''{{el-ρήμα|αορ=εξέτασα|π-εν=εξετάζομαι|π-αορ=εξετάστηκα|μππ=εξετασμένος}}
'''{{PAGENAME}}''' ({{παθ}}: [[εξετάζομαι]])
# [[κοιτάζω]] κάτι με [[προσοχή]],
#: το{{συνων}} [[περιεργάζομαι]]
# [[ελέγχω]] [[προσπαθώ]]ντας να το γνωρίσω και να το κατανοήσω
# [[υποβάλλω]] σε γραπτές ή προφορικές ερωτήσεις κάποιον, προκειμένου να βεβαιωθώ ότι κατέχει το γνωστικό [[αντικείμενο]] που διδάχτηκε
# (''για γιατρούς'') [[προσπαθώ]] να διαγνώσω την [[κατάσταση]] της [[υγεία]]ς κάποιου
# (''για αστυνομικούς, δικαστές'' κ.λπ.) [[ρωτάω]] κάποιον [[συστηματικά]], για να διαπιστώσω τι ακριβώς έχει γίνει
#[[πραγματεύομαι]]
 
===={{συγγενικά}}====
{{κεντρικό|εξετ-
{{(}}
* [[ακριβοεξετάζω]]
* [[ανεξέταση]]
* [[ανεξέταστα]]
* [[ανεξεταστέος]]
* [[ανεξέταστος]]
* [[αντεξετάζω]]
* [[αντεξέταση]]
* [[αυτοεξετάζομαι]]
* [[αυτοεξέταση]]
* [[αυτοεξεταστικός]]
*[[εξέταση]]
{{-}}
* [[εξέταση]]
* [[εξετάσιμος]]
* [[εξεταστέος]]
* [[εξεταστήριο]]
* [[εξεταστής]]
* [[εξεταστικά]]
* [[εξεταστικός]]
* [[εξέταστρα]]
* [[εξετάστρια]]
* [[επανεξετάζω]]
* [[επανεξέταση]]
* [[επανεξεταστέος]]
{{-}}
*[[Ιερά Εξέταση]]
Γραμμή 55 ⟶ 61 :
 
===={{κλίση}}====
{{el-κλίσ-'νομίζω'|παρακΒ=1}}
{{el-κλίσ-'ψηφίζομαι'|πρ1=|παρακΒ=1}}
 
===={{μεταφράσεις}}====
Γραμμή 102 ⟶ 109 :
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|XXX}} -->
{{μτφ-τέλος}}
 
==={{αναφορές}}===
<references/>
 
{{κλείδα-ελλ}}
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/εξετάζω"