στεναχώρια: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ αντικατάσταση # με *
μ από el-κλίσ- σε el-κλίση-
Γραμμή 1:
=={{-el-}}==
{{el-κλίσκλίση-'πείνα'}}
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < [[στενοχώρια]] < {{ελνστ}} [[στενοχωρία]] (''στενός χώρος'' - όταν δεν είμαστε άνετα σε στενό χώρο, έχουμε αίσθηση δυσφορίας, πιεζόμαστε, πρβλ. «δεν με χωράει ο τόπος...»)