σκληροκάρδιος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: =={{-el-}}== {{el-κλίσ-'ωραίος'}} ==={{ετυμολογία}}=== : '''{{PAGENAME}}''' < {{ετυμ|grc-koi|el|σκληροκάρδιος}} < {{ετυμ|grc|el|σκ...
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 05:18, 11 Ιουλίου 2020

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο σκληροκάρδιος η σκληροκάρδια το σκληροκάρδιο
      γενική του σκληροκάρδιου της σκληροκάρδιας του σκληροκάρδιου
    αιτιατική τον σκληροκάρδιο τη σκληροκάρδια το σκληροκάρδιο
     κλητική σκληροκάρδιε σκληροκάρδια σκληροκάρδιο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι σκληροκάρδιοι οι σκληροκάρδιες τα σκληροκάρδια
      γενική των σκληροκάρδιων των σκληροκάρδιων των σκληροκάρδιων
    αιτιατική τους σκληροκάρδιους τις σκληροκάρδιες τα σκληροκάρδια
     κλητική σκληροκάρδιοι σκληροκάρδιες σκληροκάρδια
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «θαυμάσιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

σκληροκάρδιος < ελληνιστική κοινή σκληροκάρδιος < αρχαία ελληνική σκληρός + καρδία

  Επίθετο

σκληροκάρδιος

Συγγενικά

  Μεταφράσεις