καμπυλόγραμμο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: =={{-el-}}== {{el-κλίσ-'πεύκο'}} ==={{ετυμολογία}}=== : '''{{PAGENAME}}''' < {{ουσεπ ο|καμπυλόγραμμος}} ==={{ουσιαστικό|el}}...
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 11:40, 10 Ιουλίου 2020

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'πεύκο'

  Ετυμολογία

καμπυλόγραμμο < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου καμπυλόγραμμος

  Ουσιαστικό

καμπυλόγραμμο ουδέτερο

  1. Πρότυπο:γεωμ καμπυλόγραμμο σχήμα
  2. όργανο με τη βοήθεια του οποίου σχεδιάζουμε καμπύλες
    Άλλες μορφές: καμπυλογράφος

Συγγενικά

  Μεταφράσεις