μπιζέλι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Βικιποίηση των γλωσσών
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 2:
 
{{-ετυμ-}}
: '''Μπιζέλιμπιζέλι''' (το) < ''ιταλ.'' pisello < ''λατ. υποκοριστικό'' *pisellum < ''λατ.'' pisum < ''αρχαίο ελλ. '' πίσος (ο) | πίσον (το).
 
{{-ουσ-}}
Γραμμή 18:
|bgcolor="#FFFFE0" valign=top width=48%|
{|
* {{en}} : {{ξεν|en|pea}}
* {{ar}} :
* {{vi}} :
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/μπιζέλι"