αυταξία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Γραμμή 2:
{{επέκταση}}
 
αυταξία
αυταξία [aftaks'ia] η, (L) philos(1)sth having a (moral) value in itself or constituting a value in its own right, sth of intrinsic valueο αληθινά ηθικός άνθρωπος επιδιώκει το αγαθό σαν ~ και όχι ως μέσον για την πραγμάτωση ενός άλλου σκοπού (Papanoutsos) | το ωραίο έχει μιαν ~ ισότιμη με την ηθική (Tsatsos) | το άτομο πρέπει να νοηθεί ως ~ και αυτοσκοπός ανεξάρτητα από τη γενική έννοια της προόδου (Theodorakop).[fr kath (neol) αυταξία, cpd of phr αυτή αξία]
 
 
{{κλείδα-ελλ}}
1. κάθε τι που είναι αξιόλογο εξαιτίας του ίδιου
2. η αξία την οποία αποδίδει κανείς στον εαυτό του, η εκτίμηση του εαυτού του.(Academic Dictionaries and Encyclopaedias)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/αυταξία"