τερατάκι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: {{-el-}} τερατάκι {{ετυμολογία}} * μικρό τέρας * άτακτο, ανήσυχο παιδί (παιχνιδιάρικα) {{el-κλίσ-'παιδά...
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 09:56, 8 Δεκεμβρίου 2018

Νέα ελληνικά (el)

τερατάκι

Ετυμολογία

  • μικρό τέρας
  • άτακτο, ανήσυχο παιδί (παιχνιδιάρικα)
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τερατάκι τα τερατάκια
      γενική
    αιτιατική το τερατάκι τα τερατάκια
     κλητική τερατάκι τερατάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Μεταφράσεις