in an instant: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Εμπλουτισμός λεξιλογίου
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 16:09, 8 Ιουλίου 2017

Αγγλικά (en)

  Επίρρημα

in an instant (en)

  1. αμέσως