θριναξόδοντας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: =={{-el-}}== thumb {{el-κλίσ-'φύλακας'}} ==={{ετυμολογία}}=== : '''{{PAGENAME}}''' < {{λενδ}} {{ετυμ en}} t... |
(Καμία διαφορά)
|
Αναθεώρηση της 09:15, 31 Αυγούστου 2015
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- θριναξόδοντας < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική thrinaxodon < αρχαία ελληνική θρῖναξ + ὀδούς
Ουσιαστικό
θριναξόδοντας αρσενικό
- Πρότυπο:ζωολ είδος κυνόδοντα που έζησε στην αρχή της τριασικής περιόδου πριν από 256 εκατομμύρια χρόνια
Μεταφράσεις
θριναξόδοντας