beschäftigen: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→‎{{-de-}}: + reflexiv
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη cs
Γραμμή 6:
# '''sich beschäftigen''' - [[ασχολούμαι]], [[καταγίνομαι]]
 
[[cs:beschäftigen]]
[[de:beschäftigen]]
[[en:beschäftigen]]
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/beschäftigen"