ἵστημι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ + §
Γραμμή 4:
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ιε}} *stísteh₂- < *steh₂- Ομόρριζο με το λατινικό [[sto]], το γερμανικό [[stehen]] κ.λπ.
 
==={{ρήμα|grc}}===
{{grc-αρχ-χρόνοι|[[ἵστημι]]|[[ἵστην]]|[[στήσω]]|[[ἔστησα]]|στήσας ἔχω|στήσας εἶχον||[[ἵσταμαι]]|[[ἱστάμην]]|[[στήσομαι]]|[[ἐστησάμην]]/[[ἔστην]]/[[ἐστάθην]]|[[ἕστηκα]]|[[εἱστήκειν]]|[[ἑστήξομαι]]}}
'''{{PAGENAME}}''' (α΄πρόσωπο οριστικής ενεργητικού ενεστώτα), ''μέσο-παθητικό'': '''[[ἵσταμαι]]'''
# (''+ αιτιατική'') [[στήνω]] κάτι ή κάποιον, κάνω κάτι να σταθεί όρθιο
# είμαι [[υπαρκτός]], έχω παρουσία
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/ἵστημι"