ψάλλω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 9:
# [[μαλώνω]], [[κατσαδιάζω]] κάποιον για ένα [[ατόπημα]] ή [[λάθος]] του
#: ''του τα '''έψαλα'''''
# (μτφρ) [[τραγουδώ]] κάτι σχετικά [[μονότονος|μονότονο]]
#:''Γιατί δεν εφωτίζετο της Βέρας μου το δώμα; πώς της γλυκείας μου φωνής δεν ήκουε τους ήχους; ίσως κοιμάται, έλεγα, 'στο απαλό της στρώμα, κι' εκτύπων οι οδόντες μου εξ έρωτος και ψύχους. Και '''έψαλλαν''' και '''έψαλλαν''' τα χείλη μου τα κρύα, κι' εχάνοντο εις το κενόν οι φλογεροί μου πόθοι, ως ότου πια του τραγουδιού η τόση αρμονία εκόλλησε 'στο στόμα μου και απεκρυσταλλώθη'' ([[Γεώργιος Σουρής]])
 
===={{εκφράσεις}}====
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/ψάλλω"