αυτόματο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: =={{-el-}}== {{προσχέδιο|el}} ==={{ετυμολογία}}=== : '''{{PAGENAME}}''' < {{λείπει η ετυμολογία}} ==={{ουσιαστικό|el}}=== '''{... |
(Καμία διαφορά)
|
Αναθεώρηση της 12:51, 21 Δεκεμβρίου 2012
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- αυτόματο < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
αυτόματο ουδέτερο
- φορητό, αυτόματα επαναφορτιζόμενο, πυροβόλο όπλο, μεσαίου μεγέθους κατάλληλο κυρίως για κοντινές αποστάσεις
Μεταφράσεις
αυτόματο
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
αυτόματο
- αιτιατική ενικού του αυτόματος
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του αυτόματος
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «αυτοματο'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'αυτόματο'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «αυτοματο».