walking: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: =={{-en-}}== ==={{μορφή ρήματος|en}}=== {{τ|en|{{PAGENAME}}}} # μετοχή ενεστώτα του ρήματος walk ==={{ουσιαστικό|en}...
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 09:20, 21 Μαΐου 2012

Αγγλικά (en)

  Ρηματικός τύπος

walking (en)

  1. μετοχή ενεστώτα του ρήματος walk


  Ουσιαστικό

walking (en) < γερούνδιο του walk

  1. το περπάτημα


  Επίθετο

walking (en)

  1. περιπατητικός
    walking shoes
  2. με τα πόδια, πεζός
    walking tour
  3. ως παρομοίωση για κάτι εξαιρετικό ή μια ιδιότητα που κάποιος λογικά δεν μπορεί να έχει, ζωντανή απόδειξη
    walking miracle, walking dictionary (το αντίστοιχο της "κινητής βιβλιοθήκης")

Έκφραση o κωδικός γλώσσας δεν υπάρχει για τα μέρη λόγου