δεσμεύω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
[[Αρχείο:Paradeigma.jpg]]=={{-el-}}==
 
{{προσχέδιο}}
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}'''= κρατάω,< δεν αφήνω να φύγει κάτι{{αρχ|}}
 
==={{ρήμα|el}}===
'''{{PAGENAME}}'''{{el-ρήμα|δέσμευα|δεσμεύσω|δέσμευσα|δεσμεύομαι|δεσμευμένος}}
'''{{PAGENAME}}'''
# επιβάλλω σε κάποιον ηθική ή νομική υποχρέωση ([[δέσμευση]]) που περιορίζει τις κινήσεις του
# {{λείπει ο ορισμός}}
# επιβάλλω προς όφελος τρίτου περιορισμούς ή πλήρη απαγόρευση στη χρήση κεφαλαίων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων από τον ιδιοκτήτη τους
 
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/δεσμεύω"