αρέσκεια: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou (συζήτηση | συνεισφορές) New page: {{=el=}} {{-ετυμ-}} * αρχαία λέξη (ἀρέσκεια) {{-ουσ-}} '''{{PAGENAME}}''' {{θ}} # το να είναι κάτι ευχάριστο {{-συγγ-}} * [[αρ... |
(Καμία διαφορά)
|
Αναθεώρηση της 21:51, 3 Ιανουαρίου 2007
- αρχαία λέξη (ἀρέσκεια)
Πρότυπο:-ουσ- αρέσκεια θηλυκό
- το να είναι κάτι ευχάριστο
|