πρωτάκουστος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Νέο Σύστημα |
ετυμ,ορ |
||
Γραμμή 3:
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' <
==={{επίθετο|el}}===
'''{{PAGENAME}}'''
# (''κυριολεκτικά''), (''σπάνια'') που δεν έχει ακουστεί ξανά
# {{κτεπε}} συνηθισμένος ευγενικός χαρακτηρισμός για κάτι που δεν θεωρούμε σωστό
#:''αυτό που έκανε χθες στο πάρτι ήταν πρωτάκουστο''
#:''μίλαγες με μια πρωτάκουστη αυθάδεια κι όμως κανείς δεν σε σταματούσε''
===={{μεταφράσεις}}====
|