adam: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: =={{-tr-}}== thumb|200px|adamlar ==={{ουσιαστικό|tr|adam}}=== {{τ|tr|{{PAGENAME}}}} # ο άνδρας, άντρας...
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 20:24, 21 Δεκεμβρίου 2010

Τουρκικά (tr)

 
adamlar

  Ουσιαστικό

adam (tr)

  1. ο άνδρας, άντρας; κάθε ενήλικος άνθρωπος αρσενικού φύλου (κατ' αντιδιαστολή προς το παιδί)
  2. μέλος ομάδας, συνήθως ένοπλης.
  3. αυτός που έχει τις καλές ιδιότητες που, συνήθως, αποδίδονται στους άντρες (γενναιοδωρία, αποφασιστικότητα κ.α.)

Κλίση

Δείτε επίσης