άσπρισμα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Νέο Σύστημα
→‎{{ουσιαστικό|el}}: ορισμός, συγγ
Γραμμή 6:
==={{ουσιαστικό|el}}===
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
# το να κάνω κάτι άσπρο ή το να γίνω [[άσπρος]], η [[λεύκανση]]
# {{λείπει ο ορισμός}}
# το [[ασβέστωμα]]
 
===={{συγγενικά}}====
* [[ασπράδα]]
* [[ασπράδι]]
* [[ασπρίζω]]
* [[ασπρίλα]]
* [[άσπρος]]
 
===={{μεταφράσεις}}====