ψάλλω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 3:
{{προσχέδιο}}
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} '''ψάλλω''' < θέμα -ψαλ- (από ρίζα -ψα) + j = *ψαλjω = ψάλλω ή από το "ψαθάλλω"
 
==={{ρήμα|el}}===
'''{{PAGENAME}}''' {{el-ρήμα|έψαλλα|ψάλω|έψαλα|ψάλλομαι|}}
# [[ψέλνω]], τραγουδώ [[τροπάριο|τροπάρια]] και ύμνους στην εκκλησία
# [[μαλώνω]], [[κατσαδιάζω]] κάποιον για ένα [[ατόπημα]] ή [[λάθος]] του
#: ''του τα '''έψαλα'''''
#: ''Θα σου '''ψάλλω''' τον εξάψαλμο'' ή ''Θα σου τα '''ψάλλω'''. Δεν τη γλιτώνεις!'': θα σε [[κατσαδιάζω|κατσαδιάσω]] (ίσως προέρχεται από τη [[μακρά]] [[διάρκεια]] του [[ψαλμός|ψαλμού]])
 
#: ''Του '''έψαλλε''' τον αναβαλλόμενο'': τον κατσάδιασε όπως σε νεκρώσιμο ακολουθία (από τον θρήνο του [[Ιωσήφ]] μπροστά στο νεκρό σώμα του [[Ιησούς|Ιησού]] που αρχίζει με τη φράση "σε τον αναβαλλόμενον το φως ως ιμάτιον")
===={{εκφράσεις}}====
#: ''Θα σου '''ψάλλω'''ψάλω τον [[εξάψαλμος|εξάψαλμο]]'' ή ''Θα σου τα '''ψάλλω'''. Δεν τη γλιτώνεις!'': θα σε [[κατσαδιάζω|κατσαδιάσω]] (ίσως προέρχεται από τη [[μακρά]] [[διάρκεια]] του [[ψαλμός|ψαλμού]])
#: ''Του '''έψαλλε'''έψαλε τον αναβαλλόμενο''': τον κατσάδιασε όπως σε νεκρώσιμο ακολουθία (από τον θρήνο του [[Ιωσήφ]] μπροστά στο νεκρό σώμα του [[Ιησούς|Ιησού]] που αρχίζει με τη φράση "σε τον αναβαλλόμενον το φως ως ιμάτιον")
 
===={{συγγενικά}}====
Γραμμή 19 ⟶ 22 :
* [[ψαλμός]]
* [[ψαλμωδία]]
* [[εξάψαλμος]]
 
 
 
 
===={{μεταφράσεις}}====
 
 
{{μτφ-αρχή}}
{{βλ|ψέλνω}}
<!-- * {{en}} : {{τ|en|XXX}} -->
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|XXX}} -->
<!-- * {{vi}} : {{τ|vi|XXX}} -->
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|XXX}} -->
<!-- * {{br}} : {{τ|br|XXX}} -->
<!-- * {{fr}} : {{τ|fr|XXX}} -->
<!-- * {{de}} : {{τ|de|XXX}} -->
<!-- * {{eo}} : {{τ|eo|XXX}} -->
<!-- * {{et}} : {{τ|et|XXX}} -->
<!-- * {{ja}} : {{τ|ja|XXX}} -->
<!-- * {{ia}} : {{τ|ia|XXX}} -->
<!-- * {{io}} : {{τ|io|XXX}} -->
<!-- * {{ga}} : {{τ|ga|XXX}} -->
<!-- * {{is}} : {{τ|is|XXX}} -->
<!-- * {{es}} : {{τ|es|XXX}} -->
<!-- * {{it}} : {{τ|it|XXX}} -->
<!-- * {{ca}} : {{τ|ca|XXX}} -->
<!-- * {{zh}} : {{τ|zh|XXX}} -->
<!-- * {{ko}} : {{τ|ko|XXX}} -->
<!-- * {{ku}} : {{τ|ku|XXX}} -->
<!-- * {{hr}} : {{τ|hr|XXX}} -->
{{μτφ-μέση}}
<!-- * {{la}} : {{τ|la|XXX}} -->
<!-- * {{lt}} : {{τ|lt|XXX}} -->
<!-- * {{ms}} : {{τ|ms|XXX}} -->
<!-- * {{nl}} : {{τ|nl|XXX}} -->
<!-- * {{cy}} : {{τ|cy|XXX}} -->
<!-- * {{hu}} : {{τ|hu|XXX}} -->
<!-- * {{uk}} : {{τ|uk|XXX}} -->
<!-- * {{pl}} : {{τ|pl|XXX}} -->
<!-- * {{pt}} : {{τ|pt|XXX}} -->
<!-- * {{ro}} : {{τ|ro|XXX}} -->
<!-- * {{roa-rup}} : {{τ|roa-rup|XXX}} -->
<!-- * {{ru}} : {{τ|ru|XXX}} -->
<!-- * {{sr}} : {{τ|sr|XXX}} -->
<!-- * {{sk}} : {{τ|sk|XXX}} -->
<!-- * {{sl}} : {{τ|sl|XXX}} -->
<!-- * {{sv}} : {{τ|sv|XXX}} -->
<!-- * {{th}} : {{τ|th|XXX}} -->
<!-- * {{tr}} : {{τ|tr|XXX}} -->
<!-- * {{cs}} : {{τ|cs|XXX}} -->
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|XXX}} -->
{{μτφ-τέλος}}
 
==={{-grc-}}===
{{grc-αρχ-χρόνοι|ψάλλω|έψαλλον|ψαλῶ|ἔψηλα - ἔψαλα|ἔψαλκα|}}
==={{ρήμα|elgrc}}===
'''{{PAGENAME}}''', έψαλλον (παρατατικός) αόριστος έψηλα, ψαλώ (μέλλων), έψαλκα (παρακείμενος)
'''{{PAGENAME}}'''
 
# αποσπώ, αγγίζω δυνατά και παίζω [[έγχορδος|έγχορδο]] όργανο με τα [[δάχτυλο|δάχτυλα]] -όχι με πλήκτρα. Τότε ήταν δόκιμοι ελάχιστοι τύποι του ρήματος [[ψάλλω]] και, συγκεκριμένα:
# (''μεταγενέστερο'') [[τραγουδώ]]
 
 
 
===={{σημείωση}}====
* οι τύποι του μέλλοντα, παρακειμένου και ο αόριστος ''ἔψαλα'' είναι της μεταγενέστερης ελληνικής
 
{{κλείδα ταξινόμησης|ψαλλω}}
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/ψάλλω"