ενοχή: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 4:
==={{ετυμολογία}}===
<μσν. 'åνοχή < 'åνέχω < 'åν + /åχω
==={{ουσιαστικό θηλυκού γένους}}===
θηλυκό γένος
1. Η κατάσταση του ενεχόμενου σε κολάσιμη ή επιλήψιμη πράξη.
2. Η σχέση του νομικά υπόχρεου προς τον αντίδικό του.
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/ενοχή"