ἀνά: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
(Καμία διαφορά)
|
Αναθεώρηση της 09:30, 15 Φεβρουαρίου 2010
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
Ρήμα
ἀνά
- η πολύ αρχαία χρήση του επιρρήματος ἀνά υποχώρησε και απέμεινε η χρήση της άκλιτης λέξης ως πρόθεσης, καθώς το επίρρημα ενσωματώθηκε στο ρήμα
- ἀνά αρπάζω = ἀναρπάζω και μετέπειτα ανάρπαστος
- ἀνά νεόοομαι= ἀνανεούμαι (ξανανιώνω)
- κύρια πρόθεση που χρησιμοποιείται σε σύνθεση λέξεων αλλά και αυτόνομα, με διάφορες έννοιες.
- ἀνά στρατόν (πάνω σε όλο τον στρατό) τοπικό
- ἀνά την Ελλάδα (παντού, σε όλη την Ελλάδα) τοπικό
- ἀνά μέσον (στο μέσον, απ' όπου προήλθε το ανάμεσον, ανάμεσα) τοπικό
- ἀνά λόγον (στο λόγο, απ' όπου προήλθαν οι λέξεις ανάλογον, αναλογία κ.λπ.)
- ἀνά νύκτα (στην αρχαιότητα σήμαινε "όλη τη νύχτα", σήμερα όμως σημαίνει "κάθε νύχτα") χρονικό
- ἀνά έτος (κάθε χρόνο) χρονικό και επιμεριστικό
- ἀνά δύο
- ἀνά άτομο (κάθε άτομο)
- Ως πρώτο συνθετικό ρημάτων προσδίδει τοπική έννοια οπότε ταυτίζεται αρκετές φορές με το άνω ή επάνω, ενώ άλλοτε δηλώνει επανάληψη ή κίνηση
- ἀνά + βαίνω = αναβαίνω (τοπικό)
- ἀνά + κρίνω (επανάληψη)
- ἀνά + βλαστάνω (επανάληψη, ξανά)
- ἀνά + γιγνώσκω (επανάληψη φράσης που έχει γραφεί και τη γνωρίζω από αυτό που διαβάζω αλλά και επανάληψη ανάγνωσης για να αποκτηθεί βαθυτερη γνώση)
Πρότυπο:-συνων-
με την τοπική έννοια
με την έννοια της επανάληψης
με την επιμεριστική έννοια
Πρότυπο:-αντων- στην τοπική έννοια
Μεταφράσεις
ἀνά
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «ανα'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'ἀνά'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «ανα».