πεύκο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
+κατ
επεκτ ορισμού
Γραμμή 9:
{{-ουσ-|el}}
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}, {{πλ}} '''πεύκα'''
* {{βοτ}} [[ρητινοφόρος|ρητινοφόρο]] αειθαλές δέντρο του γένους ''Pinus'', με παχύ, τραχύ κι αυλακωμένο κορμό που αναπτύσσει μεγάλο ύψος, φύλλα σε μορφή βελόνων ([[πευκοβελόνα|πευκοβελόνες]]) και επιμήκεις ή κυλινδρικούς κώνους ([[κουκουνάρι|κουκουνάρια]])
 
{{-συγγ-}}
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/πεύκο"