μέλι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
+εικόνα
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 7:
 
{{-ουσ-|el}}
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}} ('''του μελιού''' και του '''μέλιτος''', {{πλ}} : τα '''μέλια''', χωρίς γενική)
* ημίρρευστη σακχαρούχα [[ουσία]], την οποία παράγουν οι [[μέλισσα|μέλισσες]], συνθέτοντάς την από τον χυμό που μαζεύουν από τα άνθη και τα φύλλα των φυτών
* (''μεταφορικά'') άτομο που είναι πολύ "[[γλυκός|γλυκό]]" στους τρόπους ή στην εμφάνιση
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/μέλι"