πλαγίαυλος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Αυλός πλάγιου κρατήματος με γλωσίδα στην περιοχή της οπής, καταγωγής Λιβυκής ή Αιγιαπτικής.
μ Ανάκληση των αλλαγών 188.4.73.56 (επιστροφή στην προηγούμενη αναθεώρηση Lou bot)
Γραμμή 4:
{{-ετυμ-}}
: '''{{PAGENAME}}''' < {{προσχέδιο-ετυμ}}
"πλάγιος" + "αυλός"
{{-προφ-}}
{{ΔΦΑ|pla.ˈʝi.av.lɔs}}
Γραμμή 10 ⟶ 9 :
'''{{PAGENAME}}''' {{α}}
:{{προσχέδιο-ορισμ}}
Ο πλαγίαυλος κρατιόταν όπως το νεότερο φλάουτο, αλλά είχε γλωσσίδα τοποθετημένη μέσα πλάγια, στη θέση περίπου που στο φλάουτο βρίσκεται η οπή. Κατά τον Πολυδεύκη (IV, 74), ο πλαγίαυλος είχε λιβυκή προέλευση και κατασκευαζόταν από ξύλο λωτού: "αυλών δε είδη, πλάγιος, λώτινος, Λιβύων το εύρημα, πλαγίαυλον δε αυτόν Λίβυες καλούσιν" (είδη αυλών είναι ο πλάγιος, κατασκευασμένος από λωτό, εφεύρεση των Λιβύων, που τον ονομάζουν πλαγίαυλο).
 
Πλαγίαυλος, κατασκευασμένος από ξύλο λωτού, αιγυπτιακής προέλευσης. Λέγεται από τον Ιόβα (Αθήν. Δ', 175Ε, 78) ότι ήταν εφεύρεση του Όσιρι: "τον μόναυλον Οσίριδος είναι εύρημα, καθάπερ και τον καλούμενον φώτιγγα πλαγίαυλον... επιχωριάζει γαρ και ο φώτιγξ αυλός παρ' ημίν" (ο μόναυλος είναι εφεύρεση του Όσιρι, όπως και ο πλαγίαυλος ο λεγόμενος φώτιγξ... ο οποίος είναι συνηθισμένος σε μας [στην Αίγυπτο]). Στον Αθήναιο επίσης (Δ', 182D, 80) υπάρχει μια πιο σαφής παράγραφος για το φώτιγγα: "και οι καλούμενοι λώτινοι αυλοί ονομάζονται από τους Αλεξανδρινούς φώτιγγες. Κατασκευάζονται από ξύλο λωτού που φύεται στη Λιβύη". Ο Ησύχιος λέει μόνο πως ο φώτιγξ είναι πλαγίαυλος ("φώτιγξ... πλάγιος αυλός").
Επεξεργασία ορισμού: Νίκος Δρούγκας. Πηγή: http://www.musipedia.gr
 
{{-μτφ-}}