παλιο-: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 18:
#: [[παλιομερολογίτισσα|'''παλιο'''μερολογίτισσα]]
#: [[παλιοκαιρίσιος|'''παλιο'''καιρίσιος]]
#: [[παλιόκαιρος|'''παλιό'''καιρος]]
#: [[παλιομοδίτης|'''παλιο'''μοδίτης]]
#: [[παλιομοδίτικος|'''παλιο'''μοδίτικος]]
Γραμμή 25 ⟶ 24 :
#: [[παλιόφιλος|'''παλιό'''φιλος]]
#: [[παλιόχαρτο|'''παλιό'''χαρτο]]
# πρώτο συνθετικό λέξεων που δηλώνει ότι το δεύτερο συνθετικό είναι δυσάρεστο ή άσχημο ή χαμηλής ποιότητας ή ηθικής υποστάθμης· επιτείνει επίσης τη σημασία υβριστικών ή μειωτικών λέξεων
#: [[παλιοβρόμα|'''παλιο'''βρόμα]]
#: [[παλιόγερος|'''παλιό'''γερος]]
Γραμμή 35 ⟶ 34 :
#: [[παλιοζωή|'''παλιο'''ζωή]]
#: [[παλιοθήλυκο|'''παλιο'''θήλυκο]]
#: [[παλιόκαιρος|'''παλιό'''καιρος]]
#: [[παλιοκοινωνία|'''παλιο'''κοινωνία]]
#: [[παλιοκόριτσο|'''παλιο'''κόριτσο]]
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/παλιο-"