καθημερινός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
eo
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
{{=el=}}
{{el-κλίσ-'καλός'|καθημεριν}}
 
{{-ετυμ-}}
: '''{{PAGENAME}}''' < {{προσχέδιο-ετυμ}}
Γραμμή 6:
:{{ΔΦΑ}}: /[[Βικιλεξικό:Οδηγός προφοράς|ka.θi.mɛ.ɾi'nɔs]]/
{{-επιθ-|el}}
{{el-κλίσ-'καλός'|καθημεριν}}
'''{{PAGENAME}}, -ή, -ό'''
* που συμβαίνει, γίνεται ή εμφανίζεται κάθε [[μέρα]]
:''για μένα το ξύρισμα είναι '''καθημερινή''' συνήθεια''
:''αυτός στο μαγαζί μας είναι '''καθημερινός''' ''
 
* [[συνηθισμένος]]
''ο καφές είναι μια από τις '''καθημερινές''' απολαύσεις''