Δρυμία
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | |||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | Δρυμίᾱ | ||||||
γενική | τῆς | Δρυμίᾱς | ||||||
δοτική | τῇ | Δρυμίᾳ | ||||||
αιτιατική | τὴν | Δρυμίᾱν | ||||||
κλητική ὦ! | Δρυμίᾱ | |||||||
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Δρυμία < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΔρυμία θηλυκό, μόνο στον ενικό
- (ελληνιστική κοινή) (πόλη) άλλη μορφή του Δρυμαία
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Δρυμία - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.