Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Γκουασακαπάν < Guazacapan

  Μεταγραφή επεξεργασία

Γκουασακαπάν θηλυκό ή ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία