Δείτε επίσης: Γεννάδιος

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Γεννάδειος οι Γεννάδειοι
      γενική της Γενναδείου των Γενναδείων
    αιτιατική τη Γεννάδειο τις Γενναδείους
     κλητική Γεννάδειε Γεννάδειοι
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «άμπελος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Γεννάδειος < Γεννάδ(ιος) + -ειος

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ʝeˈna.ði.os/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Γεν‐νά‐δει‐ος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Γεννάδειος θηλυκό

  • (επωνυμία) ονομασία βιβλιοθήκης στην Αθήνα
    ※  Εμβληματικό κτήριο στους πρόποδες του Λυκαβηττού, η Γεννάδειος Βιβλιοθήκη της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών, ανοίγει τις πύλες της στις 23 Απριλίου 1926, παρουσία πλήθους Ελλήνων αλλά και ξένων επισήμων προσκεκλημένων. (Διδώ Γεωργουλά, Εγκαίνια Γενναδείου Βιβλιοθήκης – 23 Απριλίου 1926, ΕΡΤ, 22 Απριλίου 2019)
    ※  Στον κήπο της Γενναδείου, μόλις δέκα λεπτά με τα πόδια από την πλατεία Κολωνακίου, η ησυχία και η τάξη είναι απόλυτες. Τις διασαλεύει μόνο ελαφρώς ο ανεπαίσθητος ήχος από τρία μεταλλικά αναλόγια τα οποία, καθώς στηρίζονται σε σιδερόβεργες-μίσχους, ταλαντώνονται δεξιά – αριστερά από τον αέρα. (Μαριλένα Αστραπέλλου, Η Γεννάδειος επεκτείνεται, εφημερίδα Το Βήμα, 9 Μαρτίου 2018)

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία