Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Βοϊκόπουλος οι Βοϊκόπουλοι
Βοϊκοπουλαίοι1
      γενική του Βοϊκόπουλου
Βοϊκοπούλου
των Βοϊκόπουλων2
Βοϊκοπουλαίων
    αιτιατική τον Βοϊκόπουλο τους Βοϊκόπουλους3
Βοϊκοπουλαίους
     κλητική Βοϊκόπουλε Βοϊκόπουλοι
Βοϊκοπουλαίοι
 1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι.
 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Βοϊκοπούλων
 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Βοϊκοπούλους
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Βοϊκόπουλος < + -όπουλος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Βοϊκόπουλος αρσενικό (θηλυκό Βοϊκοπούλου)

Μεταγραφές επεξεργασία