Δείτε επίσης: βησιγότθος

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Βησιγότθος οι Βησιγότθοι
      γενική του Βησιγότθου των Βησιγότθων
    αιτιατική τον Βησιγότθο τους Βησιγότθους
     κλητική Βησιγότθε Βησιγότθοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Βησιγότθος αρσενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία