Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Βεάκης οι Βεάκηδες
      γενική του Βεάκη των Βεάκηδων
    αιτιατική τον Βεάκη τους Βεάκηδες
     κλητική Βεάκη Βεάκηδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Βεάκης < + -άκης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /veˈa.cis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βε‐ά‐κης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Βεάκης αρσενικό (θηλυκό Βεάκη)

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία